Και ο κλήρος έπεσε στα δάκρυα...

Τη χρονιά που πέρασε σφράγισε ανεξίτηλα η τραγωδία στο Μάτι. Ήταν ένα γεγονός το οποίο νομίζω βιώσαμε σαν μια συλλογική απώλεια, που ήρθε να προστεθεί σε τυχόν άλλες προσωπικές μας απώλειες.
Ήταν ο τρόπος που συνέβη, το ξαφνικό, η φρίκη μέσα στη χαρά των διακοπών, ο θάνατος που έδειξε το πιο σκληρό και αποτρόπαιο πρόσωπό του, που έκανε την ούτως ή άλλως τραγική απώλεια νέων ως επί το πλείστον ανθρώπων, ακόμα τραγικότερη. Την έκανε αβάσταχτη για εμάς που το ζήσαμε από απόσταση, και φαντάζομαι αβίωτη για όσους έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους. 
Και όπως πάντα σε καταστάσεις τέτοιας έντασης και φρίκης, που αδυνατείς να βρεις τρόπο να δικαιολογήσεις όσα συνέβησαν, που αδυνατείς να καταλάβεις το νόημα πίσω από τα γεγονότα, που η ψυχή σπαράζει ένα "γιατί" που δεν παίρνει απάντηση, το βλέμμα μας, η προσευχή μας, η αγανάκτηση, η κραυγή μας στρέφεται προς τον Θεό. “Γιατί;” Γιατί το επέτρεψε; Γιατί συνέβη;
Νιώθω πως ο Θεός είναι το εύκολο θύμα, ο αποδιοπομπαίος τράγος όλων των ανθρωπίνων ευθυνών, ο στόχος που όλοι χτυπάμε όταν δεν μπορούμε να βρούμε και να χτυπήσουμε εκείνον που αληθινά φταίει. Είναι όμως ανθρώπινο να αναζητούμε ένα νόημα υψηλότερο από απλά την ανθρώπινη αμέλεια, σε καταστάσεις που μας πλήγουν σε υπαρξιακό επίπεδο. Είναι τέτοιο το μέγεθος της προσωπικής απώλειας που δεν μπορεί παρά να ζητήσει να αναμετρηθεί, να νοηματοδοτηθεί, από κάτι μεγάλο. Ο θάνατος των αγαπημένων μας δεν μπορεί να καταγραφεί σαν απλή ανθρώπινη αμέλεια. Δεν μπορεί να τακτοποιηθεί έτσι απλά. Δίκαια ζητάμε ένα νόημα, μια ματιά που να υπερβαίνει τα ανθρώπινα. Δίκαια αναζητούμε στο Θεό το νόημα ή την έλλειψή του. Είναι το μόνο μέγεθος, το μόνο δοχείο που μπορεί να χωρέσει την απώλειά μας, να δεχτεί την οργή, την πίκρα, την άρνησή μας. Εκείνον ρωτάμε, ποιο νόημα μπορεί να κρύβει, ποιο σχέδιο μπορεί να εξυπηρετεί ένας τέτοιος αποτρόπαιος θάνατος; Γιατί ας μη γελιόμαστε. Δεν είναι μόνο ο θάνατος σαν τελικό γεγονός που πονάει. Τολμώ να πω πως ο τρόπος του θανάτου, ίσως και να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, από την ίδια την απώλεια. Είναι άλλο το να κακοθανατίσει, και άλλο το να πεθάνει κάποιος. Αυτό το ανώδυνα, ανεπαίσχυντα, ειρηνικά των λειτουργικών ευχών της εκκλησιάς, κάνει τελικά τη μεγάλη διαφορά στην αποδοχή και το βίωμα της απώλειας.

Οι άνθρωποι που έχασαν τις οικογένειές τους στο Μάτι, δεν έχουν να αναμετρηθούν μόνο με την απώλεια, μια μάχη που από μόνη της είναι εξαιρετικά σκληρή. Έχουν να αναμετρηθούν και με τον εφιάλτη ενός μαρτυρικού θανάτου. Δεν είναι μόνο ότι ο θάνατος τους στέρησε αυτούς που περισσότερο αγαπούσαν, είναι ότι το έκανε με τον πλέον επώδυνο τρόπο. Πως να σταθείς απέναντι σε αυτό; Τι απάντηση να δώσεις;
Με όλα αυτά τα ερωτήματα στην καρδιά και το νου, διάβασα το βιβλίο του π. Βασιλείου Χριστοδούλου, "Ο κλήρος έπεσε στα δάκρυα". Ένα βιβλίο που αναζητά απαντήσεις στην επιφαινόμενη απουσία, τη σιωπή του Θεού, όταν ο κόσμος βιώνει εγκλήματα του μεγέθους ενός Άουσβιτς, αλλά και δύσκολες προσωπικές απώλειες.
Διάβασα το βιβλίο ξανά και ξανά.
Τι είναι αυτό που λαμβάνουμε ως σιωπή του Θεού; Ποιο είναι εκείνο που αδυνατούμε πολλές φορές να κατανοήσουμε ως απόκρισή του; Πόσο τα δικά μας στερεοτυπικά στεγανά μας καθιστούν πολλές φορές τυφλούς και κωφούς στην παρηγοριά που ο Θεός προσφέρει; Πως το ίδιο γεγονός τυγχάνει διαφορετικής αποδοχής. Γιατί ο ένας ρωτάΠως μπορεί να πιστεύεις στο Θεό μετά το Άουσβιτς;” και ο άλλος να απαντά “Πως μπορείς να μην πιστεύεις στο Θεό μετά το Άουσβιτς;”
Με τον κίνδυνο να παρερμηνεύω ή να στέκομαι μακριά από αυτό που ο πατήρ Βασίλειος θέλησε να προσφέρει ως νόημα μέσα από το βιβλίο του, θα πω ότι δεν υπάρχει απάντηση στην ξαφνική, ή εγκληματική, απρόκλητη, αναίτια απώλεια της ζωής ενός ανθρώπου. Δεν υπάρχει εξήγηση που να δικαιώνει λογικά έναν τέτοιο θάνατο ή τα φρικτά εγκλήματα ενός πολέμου. 
Η απάντηση σε όλα αυτά θα είναι πάντα και μόνο η προσωπική μας πίστη. Η πίστη μας κάθε φορά θα μας σώζει. Η ελεύθερη βούλησή μας να μην αφήσουμε, όχι τον θάνατο, αλλά την τυχαιότητα να μας καταπιεί. Και αυτό δεν έχει να κάνει με την θρησκευτική πίστη στα στενά όριά της. Έχει να κάνει με την ανάγκη μας για υπαρξιακό νόημα. Έχει να κάνει με την ίδια την ανθρωπιά μας. Αυτή τελικά πρέπει να διασώσουμε μέσα από το βίωμα τέτοιων ακραίων απωλειών. Τίποτα δεν έχει νόημα και η ζωή θα γκρεμιστεί, αν όλα είναι αφημένα στην τύχη. Η φρίκη πρέπει να έχει τον αντίποδά της. Δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός. 
 "Άκούω τα μαρτύρια αυτά να φωνάζουν
Υπάρχεις!
Αν δεν υπήρχαν τα μαρτύρια αυτά
θα μπορούσες να μην υπάρχεις
Αλλ΄επειδή τα μαρτύρια αυτά υπάρχουν
Υπάρχεις και συ - τόσο υπαρκτός όσο και η δυστυχία μου.
Γιατί τέτοια μαρτύρια χωρίς Θεό
ο απόλυτος χλευασμός θα ήταν
θα ήταν η απόλυτη άρνηση κάθε νοήματος
και το παράλογο εδώ και καιρό
θα έκανε τη γη ήδη να τρεκλίζει σαν μεθύστακας
και θα' σπαγε σε κομμάτια ο πλανήτης."
Η πίστη μας σε ένα μη διαφαινόμενο “γιατί”, στο οποίο όμως προσβλέπουμε για δικαίωση, είναι τελικά και το ουσιαστικότερο μνημόσυνο εκείνων που χάσαμε. Αν δεν υπάρχει “γιατί” η μνήμη γίνεται αυτοσκοπός και πεθαίνει μαζί μας. 
Εν τέλει η ικανότητά της πίστης μας να βρίσκει ένα νόημα εκεί που δεν φαίνεται να υπάρχει, αυτή θαρρώ είναι η απόκριση του Θεού. Δεν είναι εύκολο αυτό, ούτε είμαστε όλοι ικανοί να το κατορθώσουμε. Δεν μπορούμε όλοι να ακούσουμε αυτή τη φωνή μέσα μας ή να αναγνωρίσουμε την ζωντανή παρουσία έξω από εμάς, που ζητά να μας τραβήξει από το σκοτάδι της απελπισίας, στη ζεστασιά ελπίδας. 
Ο Θεός δεν είναι η δύναμη που αποτρέπει, κι ας είναι τούτο που επιζητεί ο άνθρωπος. Είναι η δύναμη που στηρίζει. Η απόκριση του Θεού θα είναι πάντα αυτό το κάτι, αυτός ο κάποιος που θα μας καταστήσει ικανούς, θα μας βοηθήσει να κουβαλήσουμε την απώλειά μας, να ζήσουμε μαζί της, χωρίς η οργή, η απελπισία, η άρνηση να πάρουν κι εμάς σε έναν θάνατο παντοτινό που δεν προσμένει την Ανάσταση. Έναν θάνατο που δεν καθιστά τον άνθρωπο που χάσαμε, προσωρινά αφανέρωτο, όπως πολύ όμορφα το θέτει ο π. Βασίλειος, αλλά παντοτινά χαμένο. 
Εύχομαι ο χρόνος που ξεκίνησε να απαλύνει τις πληγές εκείνων που μέχρι το μεδούλι της ψυχής τους πονούν μια απώλεια. Εύχομαι ο καθένας από εμάς να μπορέσει στα πλαίσια που του είναι εφικτό ή και ξεπερνώντας τον εαυτό του να σταθεί δίπλα στον άνθρωπο που υποφέρει και έστω κι αν δεν το συνειδητοποιούμε να γίνουμε με αυτό τον τρόπο η απαντητική φωνή του Θεού. Να γίνουμε η πρόνοια του Θεού στον κόσμο. Να γίνουμε το χέρι που θα σκουπίσει τα δάκρυα. Καλή, ευλογημένη χρονιά σε όλους! 

Βιβλίο: Και ο κλήρος έπεσε στα δάκρυα. Ο κινηματογράφος της απουσίας του Θεού σε θεολογική παρακολούθηση.
Συγγραφέας: π. Βασίλειος Χριστοδούλου
Εκδόσεις: Γρηγόρη
 


Σχόλια