Το Νησί με τις λέξεις που αγαπάνε

Ο Μάνος Κοντολέων, γράφει ένα αλληγορικό παραμύθι για αναγνώστες κάθε ηλικίας. Ένα παραμύθι πολιτικής φαντασίας, ένα παραμύθι για την αγάπη,  για τον άνθρωπο, για το ταξίδι της ζωής.

Δεν θα σταθώ στις πολιτικές προεκτάσεις της ιστορίας: τον μονάρχη που έρχεται η ώρα να επιλέξει διάδοχο και διάδοχο εξ αίματος δεν έχει, την αποτίμηση της ζωής του και της εξουσίας που κατείχε, πόσα έδωσε, πόσα πήρε, πόσα έχασε, τι είναι αυτό που τώρα στα στερνά της ζωή του καταλαβαίνει, τι είναι αυτό που γυρεύει. Θα μείνω στην καρδιά της ιστορίας και αυτή είναι οι ιστορίες και οι άνθρωποι που τις λένε, τις γράφουν, τις τραγουδούν, τις κάνουν πράξη. 

Η πολιτεία που περιγράφει ο Μάνος Κοντολέων, είναι μια πολιτεία νησιωτική. Ένα Νησί είναι στη μέση μιας περίκλειστης θάλασσας. Και όπως κάθε τι κλειστό, ξεκομμένο, κινδυνεύει να εξαφανιστεί. Να σβηστεί από τη μνήμη. Μα ο κίνδυνος δεν έρχεται από κανένα εξωτερικό εχθρό. Τον κίνδυνο τον κουβαλούν οι κάτοικοι της πολιτείας εντός τους. Και ο κίνδυνος λέγεται λησμονιά. Η λησμονιά που έρχεται όταν δεν έχεις χρόνο να γυρίσεις να κοιτάξεις πίσω. Όταν ο χρόνος γίνεται κυνηγός και ο κυνηγημένος είσαι εσύ. Όταν δεν έχεις τόπο να σταθείς, γιατί συνεχώς βιάζεσαι να προλάβεις κάτι, χωρίς να ξέρεις που τραβάς, χωρίς να κοιτάς, χωρίς να θυμάσαι, χωρίς να ονειρεύεσαι...Το Νησί είναι μια πολιτεία που σαπίζει σαν καράβι σε στεκούμενα νερά. "Γερνούν οι άνθρωποι. Γερνούν όμως και οι τόποι;"αναρωτιέται ο βασιλιάς; Γερνούν, θα πει η κυρά του, όταν εκείνοι που τους κατοικούν σταματούν να τους νοιάζονται, όταν ξεχνούν τις παλιές ιστορίες, παύουν να τις διηγούνται και αλίμονο σταματούν να φτιάχνουν καινούριες. 

Εδώ βρίσκεται κατά τη δική μου ανάγνωση το κλειδί του μυθιστορήματος. Στην σημασία των ιστοριών. Οι ιστορίες, οι μύθοι, διηγούνται την ψυχή του καιρού που τις γεννά. Κάθε ιστορία είναι γέννημα του τόπου και του χρόνου που την έφερε στο φως. 'Ετσι κάθε καιρός έχει τις ιστορίες που του αξίζουν. Και τους ήρωες του επίσης.  Γιατί η ιστορία, όπως και στο συγκεκριμένο βιβλίο οι έξι ιστορίες που γράφουν οι κάτοικοι του Νησιού για το βασιλιά τους, φέρνουν στο φως με τρόπο αλληγορικό μια πραγματικότητα ιστορική, η οποία αποτελεί πρότυπο προς μίμηση (ή προς αποφυγή). Η ιστορία, ο μύθος είναι η εκπεφρασμένη συλλογική μας μνήμη και ταυτότητα. 'Οταν ο μύθος χάνεται, λησμονιέται, χάνεται ακριβώς αυτή η μνήμη. Χάνεται η αίσθηση ταυτότητας μεταξύ των ανθρώπων. Χάνεται η κοινότητα, με όλες τις κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις που μπορεί να έχει αυτό.                        Όταν δε οι άνθρωποι σταματούν να παράγουν ιστορίες, να γίνονται δημιουργοί, να βρίσκουν αφορμές και αιτίες να μυθολογήσουν, να ερμηνεύσουν δηλαδή αλληγορικά την πραγματικότητα που βιώνουν, όταν λειτουργούν με βάση την εκλογίκευση και μόνο, είναι σαν ο τόπος να χάνει την ψυχή του. Επέρχεται μια πολιτισμική ανομβρία και ξηρασία, που μοιάζει, όπως συμβαίνει και στην ιστορία του Μάνου Κοντολέων, να συμπαρασύρει και τον φυσικό κόσμο. 

Η πρωτοβουλία του βασιλιά να ζητήσει από τους υπηκόους του να γράψουν ιστορίες, ιστορίες με λέξεις που αγαπάνε και με βάση αυτές να επιλέξει τον διάδοχό του, δηλώνει την ξεκάθαρη πρόθεση του για μετάβαση σε μια εξουσία με φαντασία. Μια εξουσία που μέτρο της θα έχει τον (συν)άνθρωπο. 

Γι' αυτό το μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων είναι ένα μυθιστόρημα ελπίδας. Κοιτώντας την αρχική εικόνα της πολιτείας βλέπεις τη μαυρίλα, την απογοήτευση, την αποξένωση. Ο συγγραφέας όμως μας δείχνει, πως για να ανακαλύψεις την ελπίδα πρέπει να την αναζητήσεις. Πρέπει να πορευτείς εσύ προς εκείνη ή να την "αναγκάσεις" να φανερωθεί. Το Νησί δεν κρύβει μόνο ανθρώπους, αδιάφορους, μοναχικούς, που κοιτάζουν το συμφέρον τους, αδιαφορώντας για κοινό καλό. Έχει και εκείνους που νοιάζονται, που συμπονούν, που αγαπούν, που γράφουν ιστορίες (κάποτε και ιστορία). Μα πρέπει να είσαι παρατηρητικός. Πρέπει να επιλέξεις να κοιτάξεις το καλό για να έρθει να σε συναντήσει. Γιατί δεν θα ανακαλύψεις, παρά αυτό που αναζητάς. Κανένα σύμπαν δεν θα συνωμοτήσει να σου δώσει άλλο από αυτό που ψάχνεις. Ο άρχοντας έψαχνε ανθρώπους που ξέρουν τις λέξεις που αγαπάνε και βρήκε πολλά παραπάνω από αυτό: βρήκε ανθρώπους που αγαπάνε και από τις λέξεις φτιάχνουν πράξεις αγαπητικές. 

"Γιατί οι λέξεις υπάρχουν, όταν κάτι περιγράφουν. Αν αυτό χαθεί, πεθαίνουν και οι λέξεις."

Τη ζοφερή εικόνα της πολιτείας στη αρχή της ιστορίας, έρχεται να αντικαταστήσει στο τέλος η πολιτεία της σύμπραξης, της συνύπαρξης, της αγάπης, της μοιρασμένης χαράς.

Η μαγιά βρέθηκε και τώρα μένει να ζυμωθεί το ζυμάρι της δημοκρατίας. 

Να αναζητάς την μαγιά. 

Να είσαι το αλάτι σε ένα κόσμο που σαπίζει. 


Συγγραφέας: Μάνος Κοντολέων

Εξώφυλλο: Κατερίνα Βερούτσου

Εκδόσεις: Πατάκη

Σχόλια