Ο Φούρναρης πλάι στη θάλασσα, είναι ένα ιδιαίτερο βιβλίο. Ένα βιβλίο απλό και αληθινό. Μπορεί να διαβαστεί από παιδιά από έξι ετών, αλλά και μεγάλους που αναρωτιούνται για τον προορισμό τους μέσα σε έναν κόσμο που έχει μάθει να αναζητά τις δυνατές συγκινήσεις, πολλές φορές και την ίδια του την επιβεβαίωση σε ό,τι φωνάζει, μοιάζει περιπετειώδες, ή απαιτεί δύναμη που σχετίζεται μόνο με τα επίπεδα της αδρεναλίνης ή των χρηματικών απολαβών που προσφέρει και λιγότερο στην ήρεμη χαρά, την αίσθηση αυτοπραγμάτωσης που αντλεί κάποιος κάνοντας απλά αυτό που αγαπά.
Ο ήρωάς μας είναι ένα παιδί που ζει σε ένα ψαροχώρι. Η υπέροχη εικονογράφηση, με ξυλομπογιά και μολύβι σε χρώματα γκρίζα και γαλάζια, αποτυπώνει τη ζωντάνια της τοπικής αγοράς. Το ψάρεμα μοιάζει να είναι η ραχοκοκαλιά της μικρής κοινωνίας. Αυτό που οι πιο πολλοί άντρες κάνουν. Άντρες δυνατοί, ατρόμητοι που ζουν θαλασσινές περιπέτειες και ταυτόχρονα φροντίζουν τις οικογένειές τους. Στα μάτια του παιδιού η δουλειά του ψαρά, μοιάζει τόσο πιο ενδιαφέρουσα και σημαντική από εκείνη του φούρναρη μπαμπά του. Μοιάζει σχεδόν να ντρέπεται για αυτή. Ο μικρός μας αναρωτιέται, γιατί στο καλό ο μπαμπάς του επέλεξε να γίνει φούρναρης, ενώ θα μπορούσε να είναι στο ανοιχτό πέλαγος και να ψαρεύει ζώντας περιπέτειες που ο μικρός, ζεστός, προστατευμένος φούρνος δεν μπορεί να του προσφέρει.
"Το δοκίμασα μια δυο φορές αλλά κατάλαβα ότι δεν ήταν για μένα". Η απάντηση που, με ηρεμία, ειλικρίνεια, χωρίς αυταρέσκεια, ή εγωισμό, δίνει ο πατέρας στην ερώτηση του γιου του, οδηγεί κλιμακωτά στην αποκάλυψη μιας αλήθειας που ξέρουμε, μα ξεχνάμε, μιας αλήθειας που απελευθερώνει: ο καθένας έχει έναν δρόμο να ακολουθήσει, που είναι δικός του και (πρέπει να) αισθάνεται ευτυχής περπατώντας τον. Και πρέπει να του δίνεται χώρος και χρόνος να τον επιλέξει. Γιατί όταν αφήνεται να ακολουθήσει την δική του κλίση, το μεράκι, το ταλέντο, τη δεξιότητά του και κάνοντάς το με τον καλύτερο τρόπο που μπορεί, γίνεται αιτία να μπορούν και οι άλλοι να ακολουθούν απερίσπαστοι το δικό τους δρόμο. Μέσα σε μια κοινωνία οι δρόμοι μας συναντιούνται και συμπλέκονται. Και αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να πάει ο καθένας εκεί που επιθυμεί.: σε συνάρτηση με τον άλλο. Ασκώντας την ευγνωμοσύνη.
Μου άρεσε που η συγγραφέας, επέλεξε να ασχοληθεί με δυο χειρωνακτικά επαγγέλματα. Δυο επαγγέλματα που δεν έχουν λάμψη, δεν εξασφαλίζουν ένα υψηλό κοινωνικό status, απαιτούν μόχθο και όπως σχεδόν όλα τα χειρωνακτικά επαγγέλματα, βρίσκονται στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας και τη στηρίζουν. Αλήθεια πόσο συχνά σκεφτόμαστε το πόσο χρωστάμε την καθημερινή μας ευημερία, σε φουρνάρηδες, ψαράδες, αγρότες, κτηνοτρόφους, καθαριστές; Πόσο ο δικός τους κόπος, εξασφαλίζει τη δική μας άνεση, ικανοποιεί τις δικές μας μικρές, καθημερινές συνήθειες, ώστε χαρούμενοι και απερίσπαστοι να κάνουμε αυτό στο οποίο εμείς με τη σειρά μας έχουμε ταχθεί;
Ένα σπουδαίο μάθημα κοινωνικής και επαγγελματικής ηθικής με τα πιο απλά λόγια!
Συγγραφέας - Εικονογράφος: Paula White
Μετάφραση: Φίλιππος Μανδηλαράς
Εκδόσεις: Μάρτης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου