Το βιβλίο το διάβασε πρώτη η κόρη μου και μου το έφερε, λέγοντάς μου" Πρέπει να το διαβάσεις!", με ένα τρόπο που δεν άφηνε περιθώρια διαπραγμάτευσης. Είχε δίκιο.
Είναι ένα καλογραμμένο, ευκολοδιάβαστο, γεμάτο ευαισθησία αλλά και χιούμορ βιβλίο.
Η γραφή πρωτοπρόσωπη. Αφηγητής ο Μάθιου. Ένας δωδεκάχρονος νεαρός, που η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή από την οποία υποφέρει, τον έχει καταστήσει εκούσια έγκλειστο στο δωμάτιό του. Σαν χρυσόψαρο στη γυάλα. Ο Μάθιου φοβάται τα μικρόβια. Φοβάται οτιδήποτε δεν έχει πλύνει και απολυμάνει με τα ίδια του τα χέρια. Δεν αντέχει πια, όχι μόνο να πηγαίνει σχολείο, αλλά ούτε και να φάει στο ίδιο τραπέζι με τους γονείς του. Δεν κυκλοφορεί καν μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Το δωμάτιό του είναι το κάστρο του.΄Εκεί που ο εχθρός, τα μικρόβια, δεν μπορούν να τον βρουν, εκεί όπου μένοντας κλειδωμενος, δεν κινδυνεύει να βάλει σε κίνδυνο κάποιον από τους ανθρώπους που αγαπάει. Γιατί ο Μάθιου βιώνει την απώλεια του νεογέννητου αδελφού του, σαν προσωπικό του λάθος.
Κλεισμένος στον εαυτό και το δωμάτιο του, έχει χάσει όλους τους φίλους του, κινδυνεύει να αποξενωθεί από τους ίδιους τους γονείς του, κρύβεται και προσπαθεί να κρύψει το μεγάλο του μυστικό. Πλένει τα χέρια του σε σημείο να ματώνουν και δεν βγαίνει έξω χωρίς τα γάντια μιας χρήσης. Τρώει το φαγητό του σε αεροστεγώς κλεισμένα σακουλάκια και παρακολουθεί τη ζωή να περνά από το παράθυρο του δωματίου του. Μοναδικός του φίλος, η σκιά ενός φανταστικού λιονταριού, σε μια γωνιά της ξεθωριασμένης ταπετσαρίας του δωματίου του.
Ένα ανοιξιάτικο πρωινό, ο Μάθιου θα γίνει ο τελευταίος που θα δει τον δεκαπέντε μηνών εγγονό του γείτονά τους, πριν ο μικρός εξαφανιστεί.
Ο Μάθιου που καταγράφει από συνήθεια, ή και εμμονή, τις κινήσεις των γειτόνων του και ό,τι άλλο του προξενεί εντύπωση, είναι σίγουρος ότι μπορεί να εντοπίσει τον μικρό. Μα αυτό δεν είναι δυνατόν να γίνει μέσα από τους τέσσερις τοίχους του δωματίου του.
Σε αυτή την προσπάθεια θα βρει συμμάχους στο πρόσωπο δύο συμμαθητών του: της παράξενης Μέλοντι που τριγυρνά στο νεκροταφείο της πόλης συλλέγοντας συλλυπητήριες κάρτες και του Τζέικ, του πρώην καλύτερού του φίλου, που έχει μεταβληθεί στον νταή του σχολείου. Αυτή η ιδιότυπη παρέα, θα ερευνήσει, θα μαλώσει, θα κλάψει, θα απελπιστεί, θα καταφέρει όμως να βγει δυνατή στο τέλος.
Η συγγραφέας Λίσα Τόμσον, σε αυτό το πρώτο της βιβλίο, θα μας φέρει αντιμέτωπους με τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα άτομα, μικρής ή μεγαλύτερης ηλικίας που ταλαιπωρούνται από ΙΨΔ. Αυτό που ορίζουμε ως καθημερινότητα, είναι για εκείνους μια σειρά από εμμονές, φοβίες, διαστρεβλώσεις, που καθιστούν την κοινωνική τους ζωή σχεδόν αδύνατη και τους ίδιους υποχείρια της ανάγκης. Με πολύ γλαφυρό τρόπο, η συγγραφέας μέσα από την παρακολούθηση της καθημερινής ζωής του Μάθιου, αποκαλύπτει στον αναγνώστη πολλές, άγνωστες πτυχές αυτής της σκληρής, μα όχι τόσο ασυνήθιστης ασθένειας. Η ρίζα της διαταραχής του Μάθιου, καθίσταται νωρίς γνωστή στον αναγνώστη. Όμως ο Μάθιου δεν έχει βρει τρόπο να την ομολογήσει φωναχτά σε κανέναν, ούτε καν στους δικούς του, μα μένει μόνος να παλεύει μαζί της, αρνούμενος στον εαυτό του την οδό διαφυγής, το χέρι βοήθειας που του απλώνουν γονείς και φίλοι.
Η εξέλιξη της ιστορίας είναι δυνατή, συγκινητική και κυρίως αισιόδοξη. Δεν υπάρχει ένα εύκολο happy end. Η ελπίδα, η ευτυχία είναι εκεί έξω, μα ο καθένας πρέπει να βρει ο ίδιος το θάρρος να την διεκδικήσει. Να ανοίξει την πόρτα της καρδιάς, του νου και του σπιτιού του και να κάνει το πρώτο βήμα.
Συγγραφέας: Lisa Thompson
Εικονογράφηση: Mike Lowery
Μετάφραση: Πετρούλα Γαβριηλίδου
Εκδόσεις: Κέδρος
ΙΨΔ, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, μοναξιά, φιλία, απώλεια, οικογένεια, εκδόσεις Κέδρος, ηλικία 12+
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου